30.1.15

η μέρα ενός hipster



08:00 π.μ.

Ακούγεται από το ξυπνητήρι Μποφίλιου σε ντουέτο με Ζουγανέλη . Ξυπνάει.

08:05 π.μ.

Βουρτσίζει τα δόντια του με την βιολογική οδοντόκρεμα με πράσινο τσάι, ιβίσκο, κρόκο Κοζάνης και νότες μέντας. "Αχ, έκρηξη δροσιάς!" σκέφτεται.

08:10 π.μ.

Ξεκινάει η ιεροτελεστία του πρωινού. Πρώτα όμως προέχει η ενημέρωση. Σερφάρει σε Lifo και Athens Voice υπό τη μουσική συνοδεία του Pepper φυσικά. Φρυγανίζει ψωμί ολικής άλεσης (σε διορθώνει: ΟΧΙ ολικής αλέσεως, ολικής άλεσης λέγεται και εσύ συμφωνείς αν και είναι το ίδιο για να αποφύγεις την ανάλυση που ακολουθεί), απλώνει μαργαρίνη με 27,89% περιεκτικότητα σε βούτυρο και βέβαια απολαμβάνει το πλούσιο, αρωματικό χαρμάνι superior arabica που μόλις αγόρασε "από ένα ψαγμένο και τόσο vintage, τόσο 'εγώ' καφεκοπτείο στο Μοναστηράκι". Αν δεν είναι σε ωμοφαγική δίαιτα χαμηλή σε υδατάνθρακες ενδέχεται να τσιμπήσει και λίγο κέικ (λίγο).

08:45 π.μ.

Ντύνεται. Φαίνεται απλό, αλλά δεν είναι. Το 'χεις εύκολο να συνδυάσεις λαδί παντελόνι με μπορντό κοντομάνικο, τζιν πουκάμισο, άσπρη μάλλινη ζακέτα με δερμάτινα κουμπιά, σκουφί, κασκόλ και καφέ μποτάκια φτιαγμένα με οικολογικά υλικά; Δεν ξεχνάει την καρφίτσα "Je suis Charlie" που αγόρασε μια ώρα μετά το τραγικό συμβάν.

09:00 π.μ.

Φτιάχνει τα μαλλιά του.

09:30 π.μ.

Φτιάχνει τα μαλλιά του.

 09:45 π.μ.

Ξεκινάει για δουλειά (τσεκάρει λίγο το μαλλί στον καθρέφτη του ασανσέγ). "Ουφ!! Πόσα καφάσια υπάρχουν σε αυτό τον δήμο;; Atenistas βοήθεια!!" ανεβάζει στο instagram, pinterest και twitter, αλλά όχι facebook γιατί είναι κατά του φακελώματος. Παίρνει το μετρό, δυσανασχετεί γιατί έρχεται σε 6 λεπτά και φθάνει στη δουλειά του.

10:30 π.μ.

Δουλεύει μέχρι το απόγευμα ως executive creative director σε διαφημιστική εταιρεία. Κατά τη διάρκεια της εργασίας του κάνει διάλειμμα για ένα καφεδάκι στα Starbucks (δυσανασχετεί που η υπάλληλος δεν καταλαβαίνει ότι ζητάει έναν macchiato latte chocolatto με παγάκια και αφρόγαλο) και ένα γρήγορο burgerάκι στα T.G.I. Friday's. Κανονίζει με τα "παιδιά από τη δουλειά" για ποτάκι το βράδυ. "Η Μαίρη έχει βρει ένα τέλειο μπαράκι που σερβίρει βιολογικά κοκτέιλ με 9 ευρώ!!! Και παίζει και Νατασάρα συχνά!!".

19:00 μ.μ.

Γυρνάει σπίτι ναι μεν κουρασμένος, αλλά σίγουρα πιο δημιουργικός. Ώρα για χαλάρωση. Βάζει στο youtube να παίζει playlist με τίτλο "Μελαγχολικά τραγούδια που δεν τα ξέρει κανείς για τις ώρες που απλά θες να πεθάνεις". Δακρύζει. Θέλει όμως να του φτιάξει η διάθεση. Βλέπει την προεκλογική ομιλία του Σταύρου Θεοδωράκη και καταλήγει πως τελικά υπάρχουν άνθρωποι με όραμα στην χώρα αυτή. Βλέπει άλλη μια. Συγκινείται από το πόσο απλός είναι για άνθρωπος με τόση δημοσιότητα.

20:15 μ.μ.

Ψιλοβαριέται να βγει. Σκέφτεται να κάτσει μέσα, να παραγγείλει ταϊλανδέζικο και να δει ξανά την εκπομπή του Θεοδωράκη για τα ναρκωτικά μήπως του έχει ξεφύγει τίποτα. Δυσκολεύεται να αποφασίσει. Βάζει λίγη Lana del Ray που βοηθάει και στη συγκέντρωση και αποφασίζει να βγει, για να δει και το μπαράκι που πρότεινε η Μαίρη.

20:50 μ.μ.

Έτοιμος και στολισμένος για την έξοδο. Ανατροπή σχεδίων όμως!! Τηλεφωνεί η Άννα, η Atenistas, και τον καλεί σε πορεία με ποδήλατα για την μόλυνση της πόλης. Παράλληλα, αποφασίζουν να κρεμάσουν χρωματιστές κορδέλες στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την διαφθορά. Πηγαίνει κι αυτός.

11:00 μ.μ.

Στάση στο μαγαζί που πρότεινε η Μαίρη. Το παραδέχονται, δεν άντεξαν να μην πάνε.

12:30 π.μ.

Ύπνος!! Φοράει τις πιτζάμες του με στάμπα το σήμα του Ποταμιού και κοιμάται ήσυχος, γνωρίζοντας πως μπορούμε να τα αλλάξουμε όλα χωρίς να γκρεμίσουμε τη χώρα και πως το καλό θα νικήσει.

02:30 π.μ.

Ξυπνάει ιδρωμένος από έναν απαίσιο εφιάλτη στον οποίο ανθρωπόμορφα καφάσια καίνε τα γραφεία του αγαπημένου του κόμματος. "Ευτυχώς, ήταν όνειρο..." σκέφτεται και βυθίζεται στον ύπνο του.

                                                                                                                                             -Αγγέλας



28.1.15

πατρίς - θρησκεία - οικογένεια

Μόνη πατρίδα μας, οι τόποι που πατάμε
        σε όσες φωτογραφίες πάντα κρατάμε σφιχτά κοντά μας

Μόνη θρησκεία μας, οι μεθυσμένες υποσχέσεις με το βλέμμα στα αστέρια,
        που δώσαμε εκείνη την όμορφη νύχτα

Μόνη οικογένειά μας, αυτοί που μας έσφιξαν το χέρι όταν όλοι ξεμάκριναν,
        τότε που φύγαμε για εκεί που κανείς δεν τολμά

-Canis Lupus

25.1.15

ο κύριος Κουνουπίδης


Καλησπέρα. Ονομάζομαι κύριος Κουνουπίδης. Σε παρακαλώ, μη γελάς με το όνομα μου. Θα το αλλάξω, αν και η όλη γραφειοκρατία με αποθαρρύνει.

Θέλω να σε γνωρίσω. Βλέπεις δεν είμαι και πολύ κοινωνικός. Βασικά δεν είμαι καθόλου. Νιώθω μοναξιά. Θα 'θελα έναν φίλο.

Πάντα ήθελα, αλλά όλοι με απέφευγαν εξαιτίας της εμφάνισης μου. Δεν έχω τυχαία το όνομα αυτό. Έχω κεφάλι κουνουπιδιού και φύλλα για δάκτυλα, ενώ η μυρωδιά μου παραπέμπει στο φαγητό που οι περισσότεροι μισούν.  Δεν υπήρξα ποτέ φυσιολογικός. Με πληγώνει πολύ αυτό.

Έτσι, είχα ακούσει κατά λάθος άπειρες μαμάδες όταν ήμουν μικρός να αποτρέπουν τα παιδιά τους από το να κάνουν παρέα μαζί μου, καθώς φοβόντουσαν ότι αν μου μιλούσαν, το βράδυ θα μετατρέπονταν σε κουνουπίδια, θα γινόντουσαν σαν κι εμένα. 

Αυτή μου η ιδιομορφία δυσκόλεψε πολύ τη ζωή μου. Ποτέ δεν έκανα παρέα με τους συμμαθητές μου. Ακόμη και οι ίδιοι μου οι γονείς δε μου στάθηκαν ποτέ. Σε πόσους γιατρούς με είχαν πάει,παρουσιάζοντας με ως τη μεγαλύτερη συμφορά της ζωής τους. Μέχρι και απιστία με κουνουπίδι χρεώθηκε η μητέρα μου...

Όταν με καλούσαν στα πάρτι (Μόνο τα ξαδέλφια μου. Σε πάρτι φίλου ή συμμαθητή δεν έχω πάει ποτέ) κανείς δεν μου μιλούσε. Ερχόταν πάντα και η μητέρα μου "σε περίπτωση που χρειαστώ κάτι". Το μόνο που κατάφερνε ήταν να κάνει τα πράγματα χειρότερα λέγοντας μου νευριασμένα πως τα παιδιά με αποφεύγουν εξαιτίας της εμφάνισης και μυρωδιάς μου.

Η μητέρα μου πάντα μου έλεγε να προσέχω. Τις πρώτες φορές δεν έδινα σημασία στα λόγια της. Αναθεώρησα με το που έμπλεξα με μία παρέα χορτοφάγων. Στην αρχή μου φερόντουσαν πολύ τρυφερά. Ανακάλυψα όμως σχετικά γρήγορα τους στόχους τους, όταν με είχαν καλέσει στο σπίτι τους και προσπάθησαν να με φάνε. Ευτυχώς, οι γείτονες άκουσαν τις κραυγές μου και φώναξαν την αστυνομία.Έκτοτε ένας από τους μεγαλύτερους φόβους μου είναι οι χορτοφάγοι.

Έχω ευχηθεί άπειρες φορές να ήμουνα νεκρός. Μετά το ξανασκέφτομαι. Σκέφτομαι πως δεν αξίζει να τα παρατήσω. Αισθάνομαι θυμό. Μακάρι να ήσασταν όλοι σαν κι μένα. Τότε θα καταλαβαίνατε. Ξανασκέφτομαι. Η οργή ξεθυμαίνει. Το παίρνω πίσω.

 Κάποτε, πολύ παλιά, είχα μια φίλη. Ήτανε πολύ μικρότερη από εμένα, πήγαινε νηπιαγωγείο και εγώ στις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Πρώτη φορά μιλούσα με κάποιον τόσο μικρότερο μου. Αυτή μου συμπεριφερότανε όπως και στα υπόλοιπα παιδιά, δεν την πείραζε το κεφάλι, τα χέρια μου και η μυρωδιά μου. Παίζαμε, θυμάμαι ατελείωτες ώρες. Ήμουν ευτυχισμένος. Όταν την είχα ρωτήσει  γιατί δεν με απέφευγε όπως τα άλλα παιδιά, απόρησε με την ερώτηση και μου απάντησε πως δε βλέπει κάτι διαφορετικό πάνω μου. Κάποια μέρα μετακόμισε, δεν την ξαναείδα ποτέ. Μου λείπει πολύ.

Δεν έχω κάποιον να πω τι αισθάνομαι. Γι' αυτό σου γράφω τώρα, αν και ξέρω ότι δεν υπάρχεις παρά μόνο στη φαντασία μου. Είσαι η μοναδική μου παρέα. Μόνο σε 'σένα έχω ανοιχτεί τόσο.

Σ' αγαπώ αν και δεν υπάρχεις.

Υ.Γ.
 Αυτό το κείμενο το είχα βρει τσαλακωμένο κάτω από το θρανίο του Κουνουπίδη. Όταν το διάβασα μου είχε κάνει πολύ εντύπωση. Πίστευα πως και ο ίδιος δε θέλει να γνωρίσει άλλα άτομα, καθώς ήταν πολύ απόμακρος και λιγομίλητος. Βέβαια φταίξαμε και εμείς. Κι εγώ.

 Το έχω μετανιώσει που δεν του μίλησα ποτέ και αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω σίγουρα θα τον προσέγγιζα. Όταν τελειώσαμε το σχολείο εξαφανίστηκε. Έκτοτε δεν έχει ακούσει κανείς νέα του. Ελπίζω να είναι καλά.


-Αγγέλας

23.1.15

για τις εκλογές και γενικότερα...

Με αφορμή τις εκλογές που έρχονται και την ατέλειωτη έκφραση πολιτικών απόψεων και «αναλύσεων» από τον κάθε άκυρο, ας πω και εγώ κάτι λίγα.

Λοιπόν, αρχικά να τονίσω πως για μένα προσωπικά, οι εκλογές από μόνες τους αποτελούν ένα απίστευτα μικρό κομμάτι και ποσοστό της πολιτικής δράσης που μπορεί (ή και πρέπει) να έχει ο καθένας μας. Για παράδειγμα, εγώ θεωρώ πως το κείμενο αυτό είναι σημαντικότερη «πολιτική πράξη» από το αν και τι θα ψηφίσω την Κυριακή. Αυτό το συμπέρασμα, προκύπτει από την αντίληψή μου για τον κόσμο, την κοινωνία και γενικά την πραγματικότητα που ζούμε μέσα από μία αρκετά συγκεκριμένη ματιά, η οποία πάνω-κάτω και σχετικά συνοπτικά και απλοϊκά είναι η εξής.

Υπάρχουν ορισμένοι άνθρωποι, οι οποίοι είναι «κακοί» και έλκονται τόσο πολύ από την εξουσία και τα χρήματα (τα οποία παρεπιπτόντως, περισσότερη εξουσία και δύναμη δίνουν σε κάποιον, παρά χλιδή και πολυτέλεια) που κάνουν τα πάντα προκειμένου να διατηρήσουν τα προνόμιά τους, να ενισχύσουν την υπεροχή τους απέναντι σε εμάς τους «απλούς» και να περιορίσουν μέχρι τέλους κάθε προσπάθεια αληθινής αμφισβήτησης του κύρους, της εξουσίας και της δικής τους θεώρησης των πραγμάτων. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση και αναλύωντάς την, όλη τους η δύναμη και η κυριαρχία απέναντί μας βασίζεται σε εμάς τους ίδιους και τους προσφέρεται επίσης από εμάς τους ίδους, ενώ γίνεται όλο και πιο σίγουρη και σταθερή, αναλογικά με το θαυμασμό που εμείς έχουμε για αυτούς.

Με πιο απλά λόγια, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων (και άρα και της εξουσίας) που έχουν συγκεντρώσει οι συγκεκριμένοι άνθρωποι, έχουν προέλθει, πρώτον, από την δικιά μας εργασία για την δημιουργία των προιόντων-υπηρεσιών που αυτοί πούλησαν και, δεύτερον, από τη δικιά μας κατανάλωση και αγορά των προιόντων-υπηρεσιών αυτών. Αυτοί λοιπόν που τους έδωσαν όλη αυτή την εξουσία και τη δύναμη εναντίον μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι. Βέβαια, υπάρχει και ακόμη ένας παράγοντας που μπαίνει στη μέση, αυτός της ηθικής. Όλοι αυτοί οι «κακοί», έχουν διαμορφώσει ένα σύστημα αξιών και ηθικών κανόνων το οποίο εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να τηρούμε και να ακολουθούμε, ενώ αυτοί το έχουν παραβιάσει κατά πολύ, προκειμένου να καταφέρουν να ανέβουν στην «κορυφή» της –ας την πούμε- κοινωνικής πυραμίδας. Έχουν χεσμένη λοιπόν την ηθική την οποία οι ίδιοι προβάλουν και προωθούν και σύμφωνα με την οποία έχουν φτιαξει τις κοινωνίες τους (γιατί «κοινωνίες τους» είναι, όχι «κοινωνίες μας»), χωρίς φυσικά να έχουν καμία εμφανή συνέπεια ή ποινή, και λέω «εμφανή», γιατί μέσα τους είμαι σίγουρος πως νιώθουν σκατά και είναι δυστυχισμένοι, όμως αυτό δε μας αφορά τώρα. Αντίθετα, όποιος από εκείνους που βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα της κοινωνικής πυραμίδας που λέγαμε παραβιάσει αυτό τον «κώδικα αξιών», καταλήγει στη φυλακή ή στο κοινωνικό περιθώριο, αρκεί φυσικά να μην έχει –και να μη θέλει να έχει- καμία σχέση με τους «δυνατούς», διότι τότε καταλήγει «μαγκας» και ανεβαίνει κοινωνικό level.

Ένα απλό παράδειγμα σχετικά με τα παραπάνω, είναι το ότι αν ληστέψεις π.χ. μία τράπεζα είσαι αλήτης και πας φυλακή, ενώ αν πουλάς παράνομα όπλα, ή αν κάνεις συμφωνίες ώστε οι τράπεζες να παίρνουν από το κράτος (δηλαδή από τους πολίτες) πολύ περισσότερα χρήματα απ’ ότι είναι λόγικό και ηθικό, ή αν δέχεσαι χρήματα προκειμένου να μην λειτουργείς αντικειμενικά σα δικαστής, ε, τότε είσαι μάγκας, κανείς δε σε ακουμπάει και όλοι σε φοβούνται. Και γίνεσαι κιόλας και πιο «ισχυρός».

Παράλληλα, όλοι αυτοί οι «κακοί» φροντίζουν να μας προσφέρουν διάφορες επιφανειακές απολαύσεις, ώστε να είμαστε ικανοποιημένοι με τη ζωή μας και να μη θέλουμε-προσπαθούμε να αλλάξει κάτι. Τέτοιες απολαύσεις, είναι τα υπερσύγχρονα γήπεδα ποδοσφαίρου και οι HD μεταδόσεις, οι «φανταχτεροί» μουσικοί διαγωνισμοί τύπου eurovision ή βραβεία mad , οι πανάκριβες τηλεοράσεις και τα playstation και άλλα πολλά, ακόμη και πιο «εναλλακτικά».

Παραπάνω, εξέφρασα το πώς πιστεύω οτι αποκτούν οι «δυνατοί» τη δύναμή τους, μόνο με βάση τον τομέα της οικονομίας. Δεν πιστεύω όμως πως είναι ο μόνος που καθορίζει τα πράγματα –ούτε καν- είναι όμως σίγουρα από τους πιο σημαντικούς και είναι ο πιο «αντιπροσωπευτικός» για να γίνει κατανοητή αυτή η σχέση εξάρτησης των ανώτερων από τους κατώτερους, η οποία όμως υπάρχει και σε όλους τους υπόλοιπους τομείς, αλλά δε γίνεται να τα γράψω όλα τώρα γιατί δε θα τελειώσουμε ποτέ.

Οι «κακοί» αυτοί για τους οποίους μιλάμε τόση ώρα λοιπόν, έχουν ως πολύ βασικό στόχο, να κυριαρχούν όσο δυνατόν περισσότερο πάνω μας και να περιορίζουν ό,τι αποτελεί «αγκάθι» στα σχέδιά τους, με πιο πιθανό τελικό-μακροπρόθεσμο σκοπό τους, να φαντάζει η σχεδόν απόλυτη «ρομποτοποίηση» του ανθρώπου, η άχαρη καθημερινή επανάληψη των ίδιων ενεργειών, η εντονότερη επιβολή της ρουτίνας και η μετατροπή όλων μας σε «γρανάζια» μιας μηχανής την οποία εκείνοι θα ελέγχουν και μέσω της οποίας θα αποκτούν όλο και μεγαλύτερα κέρδη και εξουσία. Αυτή η κατάσταση, απέχει μεν αρκετά, όχι όμως ιδιαίτερα πολύ από τη σημερινή, μιας και ήδη, πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού λειτουργεί και αντιμετωπίζεται έτσι. Δουλειά σπίτι-σπίτι δουλειά, τηλεόραση για διασκέδαση, παραποιημένες και επιλεγμένες ειδήσεις για ενημέρωση, κλαμπ και σεξ για εκτόνωση. Όσο περισσότερο μάλιστα εξελλίσεται η τεχνολογία και όσο ο έλεγχός της συνεχίζει να παραμένει στα χέρια των «κακών», τόσο πιο πολύ θα πλησιάζουμε προς μία τέτοια δυστοπική –δηλαδή σκατά- κοινωνία.

Για μένα λοιπόν, ο -ας το πούμε- βασικός πολιτικός στόχος του ανθρώπου σήμερα, πρέπει να είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αντίσταση στην πορεία προς μια τέτοια κοινωνία και παράλληλα η προσπάθεια για δημιουργία παραδειγμάτων -και σιγά-σιγά όχι μόνο παραδειγμάτων- κοινωνιών όπως εμείς τις θέλουμε και τις φανταζόμαστε. (Να τονίσω εδώ, ότι μια τέτοια δυστοπική κοινωνία δε «χαλάει» όλους τους ανθρώπους. Αυτοί που δεν τους χαλάει ας κάνουν ό,τι θέλουν –αρκεί εννοείται να μην καταστρέφουν και τις δικιές μας ζωές. Εγώ αναφέρομαι σε όσους τους χαλάει και τους παραχαλάει η ιδέα και μόνο μιας τέτοιας κοινωνίας.)

Ας πάμε τώρα και στις εκλογές. Με βάση όλα τα παραπάνω, είναι φανερό πως οι εκλογές και το τι θα προκύψει από αυτές μπορεί να ελεγχθούν σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό από τους «κακούς», ακόμη και να παρουσιαστούν ως «ευκαιρία» μας απέναντί τους ή ακόμη και ως μια μικρή δική μας «νίκη». Αυτός είναι και ένας πολύ σημαντικός λόγος να μην εναποθέτουμε ολοκληρωτικά τις ελπίδες μας για κάτι καλύτερο στις εκλογές. Πιθανόν όμως, ακόμη και οι εκλογές, ακόμη δηλαδή και κάτι που ελέγχεται απόλυτα από τους «άλλους», να μπορούν με κάποιο τρόπο να λειτουργήσουν υπέρ μας, πράγμα που δεν ξέρω αν ποτέ πρόκειται να γίνει, αλλά ξέρω πως σήμερα είναι απίστευτα δύσκολο.

Και πάλι όμως, μπορεί μεν να μην προσφέρουν τίποτα στην πορεία προς μία πραγματικά καλύτερη κοινωνία και στην απομάκρυνση από την σκατά κοινωνία που λέγαμε, αλλά μπορούν τουλάχιστον να βελτιώσουν λίγο τη ζωή μας, ακόμη και μέσα στη σημερινή κοινωνία. Γιατί όποιος και να είναι στην κυβέρνηση, πάλι οι «κακοί» θα έχουν την εξουσία, μιας και οι πρωθυπουργοί είναι συνήθως αρκετά κατώτεροι από αυτούς. Βέβαια, άλλο είναι να έχουν την –τυπική- εξουσία κάποιοι οι οποίοι συνεργάζονται μαζί τους και άλλο κάποιοι που ακόμη και αν δεν τους ενοχλούν καθόλου, δεν είναι τουλάχιστον συνεργάτες τους, ή τελοσπάντων είναι λιγότερο.

Υπό αυτή την έννοια, προσωπικά θα έλεγα πως πρέπει όλοι να ψηφίσουν και πως η αποχή δεν περνάει κανένα μήνυμα, ειδικότερα όταν στη συντριπτική της πλειονότητα γίνεται από βαρεμάρα και από αδιαφορία και όχι από ιδεολογική διαφωνία με τις εκλογές και γενικότερα με την εκπροσώπιση. Επίσης, προς το παρόν, δεν υπάρχουν τα κατάλληλα (σε ποιότητα και ποσότητα) παραδείγματα αυτοοργάνωσης και αυτοδιαχείρισης ώστε να αμφισβητήσουν στα μάτια του μέσου ανθρώπου την έννοια της εξουσίας και της «ανάθεσης ευθυνών» και να αντιληφθεί πως υπάρχει και κάτι «άλλο» πέρα από τα συνηθισμένα, άρα και η αποχή από τις εκλογές να θεωρείται μία ξεκάθαρη πολιτική πράξη.

Βέβαια, μπορώ σίγουρα να καταλάβω όσους επιλέγουν την αποχή συνειδητά, αρκεί να συμμετέχουν -επίσης συνειδητά- έντονα σε τέτοια σόβαρά αυτοοργανωμένα εγχειρήματα, και όχι π.χ. η αυτοοργάνωση τους να σταματά σε αντιφασιστικές hiphop συναυλίες σε πλατείες, γιατί τέτοιες συναυλίες, όταν είναι το μόνο που γίνεται, θυμίζουν περισσότερο «επαναστατημένη νεολαία» και «street αλητεία» για να γουστάρουν οι γκόμενες, παρά κάποια διαφορετική πρόταση. Είπα, όταν είναι το μόνο που γίνεται.

Τέλος, θέλω εδώ και πολύ καιρό να αναφερθώ στα «επαναστατικά» κόμματα-κινήματα τύπου ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο λοιπόν, πολλοί από εκείνους που συμμετέχουν σε αυτά, θεωρούν τους εαυτούς τους τους μεγαλυτερους σύγχρονους επαναστάτες και μόνο που δεν συγκρίνουν τα ΕΑΑΚ με το ΕΑΜ. Ντάξει, οκ και εγώ θεωρώ πιο επαναστατική την ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. και το Μ-Λ ΚΚΕ από το ΠΑΣΟΚ, αλλά αυτο δε σημαίνει και πολλά. Για μένα τουλάχιστον, όλα αυτά τα μικρά-αριστερά-επαναστατικά κόμματα, προς το παρόν, απλώς εκφράζουν την πιο «επαναστατική» άποψη που ακούγεται από κάποιο κόμμα (επαναλαμβάνω: από κάποιο κομμα, όχι γενικά), η οποία όμως γίνεται αποδεκτή από το «σύστημα» και τους «κακούς» και δεν τους ενοχλεί στο ελάχιστο. Έχουν περάσει στη συνείδηση του μέσου ανθρώπου ως οι «επαναστάτες» και οι «αντιδραστικοί» της εποχής μας, πράγμα που καθόλου δεν πειράζει τους «κακούς» γιατί, πρώτον, όλη η δράση και η ζωή των ανθρώπων αυτών είναι μέσα στα επιτρεπτά όρια που θέτει το σύστημα και, δεύτερον, είναι ένα πολύ ωραίο άλλοθι για να πείθουν τους υποτελείς τους πως «δείτε, γίνεται να υποστηρίζετε κάτι διαφορετικό, ελευθερία έχουμε», χωρίς όμως αυτό που εκφράζεται από τις οργανώσεις αυτές, ειδικά με τον τρόπο που εκφράζεται, να είναι κάτι βαθιά διαφορετικό ή τουλάχιστον κάτι που να θέτει σε κίνδυνο την κυριαρχία των «κακών». Εκμεταλλευόμενοι τα ΜΜΕ που έχουν υπό τον έλεγχό τους, αλλά και τη μιζέρια και γραφικότητα που όντως υπάρχει μέχρι ένα σημείο σε αυτούς τους «επαναστατικούς» χώρους, τους κάνουν να φαίνονται ως απόλυτα γραφικοί και γελοίοι που «διαμαρτύρονται για να διαμαρτύρονται» κ.λπ. , ενώ ταυτόχρονα, επίσης μέχρι ένα σημείο, χρησιμεύουν για να εκτονώνουν την οργή αρκετού κόσμου προς το σημερινό και να «οριοθετούν» την επιθυμία του για κάτι διαφορεικό.

Καλά, σίγουρα δεν έχει νόημα να αναφερθώ σε «επαναστατικές» εθνικιστικές-φασιστικές οργανώσεις, οι οποίες αυτοπροσδιορίζονται ως οι μόνοι που είναι ενάντια στο σύστημα, αλλά είναι γνωστό και φανερό πως είναι οι πιο «μέσα» στο σύστημα απ’ όλους, μιας και κάνουν όλα όσα η ύπαρξη «δημοκρατίας» και «ελευθερίας», «απαγορεύει» στο σύστημα να κάνει.

Οπότε, το δικό μου συμπέρασμα, είναι πως οι εκλογές προφανώς και δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, ίσως όμως μπορούν να κάνουν την καθημερινότητά μας έστω και 1% καλύτερη και πως, όποιος θέλει να αλλάξει στ’ αλήθεια τα πράγματα, έχει τόσους άλλους τρόπους πέρα από τις έκλογες, χωρίς αυτό να σημαίνει πως πρέπει απαραίτητα να τις «σνομπάρει».

Α, και μιας και αναφέρομαι συνεχώς σε «κακούς», σε περίπτωση που δεν έχετε καταλάβει ποιους περίπου εννοώ, για μένα δυο παραδείγματα top σύγχρονων «κακών», είναι, πρώτον, οι μεγαλομέτοχοι των δημοσιογραφικών ομίλων, οι οποίοι έχουν παράλληλα και διάφορες άλλες επιχειρήσεις σχετικές με πετρέλαια, πλοία κ.λπ. και συνεχίζουν να διατηρούν τα ΜΜΕ υπό την κατοχή τους, παρ’ όλο που όλα σχεδόν έχουν ζημίες αντί για κέρδη, μόνο και μόνο επειδή μέσω αυτών ελέγχουν εμάς και τις απόψεις μας, διατηρώντας έτσι ασφαλή τα προνόμιά τους. Το άλλο παράδειγμα, είναι οι πρόεδροι των μεγάλων ποσοσφαιρικών ομάδων, οι οποίοι επίσης έχουν πολλές επιχειρήσεις αντίστοιχου περιεχομένου με τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, αλλά χαλάνε τόσα χρήματα για το ποδόσφαιρο, προφανώς όχι επειδή «γουστάρουν» την ομάδα, αλλά για να έχουν την εύνοια και τη θετική αντιμετώπιση όλων των οπαδών της, πράγμα που τους δίνει μεγαλύτερη κοινωνική αναγνώριση και σεβασμό και, επομένως, «ελευθερία» να συνεχίζουν τις υπόλοιπες δουλειές τους (εις βάρος μας φυσικά), χωρίς κανείς να τους ενοχλεί.



20.1.15

κείμενο στήριξης στο "Κίνημα Δημοκρατών-Σοσιαλιστών" και στον Γιώργο Παπανδρέου




Το «σλίτζι» ανακοινώνει την επίσημη στήριξή του στην υποψηφιότητα του Γιώργου Παπανδρέου και στο Κινήμα Δημοκρατών-Σοσιαλιστών και καλεί όλους τους αναγνώστες του να στηρίξουν, τόσο με την ψήφο τους, όσο και με τον καθημερινό τους αγώνα την προσπάθεια αυτή. Ο Γιώργος ο Παπανδρέου, ο γιος του αείμνηστου Ανδρέα Παπανδρέου, είναι ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί με σίγουρα και σταθερά βήματα να βγάλει την Ελλάδα από το οικονομικό και πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει τα τελευταία χρόνια.

Τα πράγματα είναι αρκετά ξεκάθαρα, και όποιος έχει ανεπτυγμένη πολιτική σκέψη και κατανόηση των καταστάσεων και των αναγκών που προκύπτουν από αυτές, είμαστε σίγουροι πως θα σταθεί, μαζί μας, στο πλευρό του πρώην πρωθυπουργού.

Δε θα θέλαμε να επεκταθούμε περισσότερο, μόνο να επαναλάβουμε τη στήριξή μας στο Κίνημα Δημοκρατών-Σοσιαλιστών και να καλέσουμε ανοιχτά κάθε ελεύθερο άνθρωπο, κάθε δημοκρατικό πολίτη, να συμπορευτεί μαζί μας στον αγώνα μας για μια "άλλη" Ελλάδα, μία Ελλάδα Αξιών, Δικαιοσύνης, Δημιουργίας.

Ζήτω η Δημοκρατία!
Ζήτω ο Σοσιαλισμός!
Ζήτω ο Γιώργος Παπανδρέου!

Ας ξημερώσει η 26η Ιανουαρίου με την ελπίδα χαραγμένη στις ματιές μας... 




*Το κείμενο δεν είναι γραμμένο στα σοβαρά.

17.1.15

ο διαγωνισμός



Μπράβο!
Ναι. Αυτό είναι.
Το βρήκα τι θα κάνουμε. Κοίτα.
Ένα βράδυ που και θα βρέχει και θα φυσάει άπειρα
(ξέρεις, εκείνες τις φορές που παλεύεις να μη σου διαλυθεί η ομπρέλα και τελικά καταλήγεις απίστευτα βρεγμένος)
εμείς οι δύο
θα πάρουμε μια ομπρέλα ο καθενας
θα βγούμε έξω
και θα κάνουμε "διαγωνισμό" ποιος θα βραχεί λιγότερο!

Μόλις ο πρώτος γίνει τελείως μούσκεμα
-αυτός θα είναι και ο χαμένος-
θα πάμε στη μέση του δρόμου
θα πετάξουμε τις ομπρέλες
θα αγκαλιαστούμε
και θα κάτσουμε εκεί.
Τα αυτοκίνητα θα σταματήσουν
μετα από λίγο θα αρχίσουν να κορνάρουν
αυτοί θα κορνάρουν και εμείς θα αγκαλιαζόμαστε
(να! έτσι πρέπει να γίνει. 100% ποίηση --live κιόλας)

Θα αρχίσουν να μας βρίζουν απ' τα παράθυρα
δε θα βγαίνουν έξω μη βραχούν.
Που να φανταστούν
ότι πρέπει να βγουν απ' τα αυτοκίνητα
και να αγκαλιαστούν κι αυτοί;

-Canis Lupus

15.1.15

Χαΐνηδες: Θλιμμένα τραγούδια (και γελαστοί ανθρώποι)

Το κείμενο αποτελεί το δεύτερο μέρος του διπλού αφιερώματός μας στους Χαΐνηδες. Το πρώτο μέρος, "Του καπηλειού τα παραμύθια", εδώ.


"Οι Χαΐνηδες αποφάσισαν να κάνουν μία παύση"

Αυτή ήταν η ανακοίνωση του Δημήτρη Αποστολάκη, ιδρυτικού μέλους των Χαΐνηδων, μέσω facebook τον Οκτώβριο του 2014, μάλλον ως επιβεβαίωση των πρόσφατων νέων των "τίτλων τέλους" της πολύχρονης πορείας του συγκροτήματος. 

Με αφορμή το γεγονός αυτό και, βασικά, το πόσο μας στεναχώρησε, θελήσαμε να αφιερώσουμε μερικά σύντομα λόγια στα "θλιμμένα τραγούδια" τους (στίχος της "Θάλασσας πικροθάλασσας") που αγαπήσαμε περισσότερο.

Οι Χαΐνηδες ιδρύθηκαν το 1990 στο Ηράκλειο, από μια ομάδα φοιτητών του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ανάμεσά τους, οι μόνοι σταθεροί -μέχρι σήμερα- "Χαΐνηδες" Δημήτρης Αποστολάκης και Δημήτρης Ζαχαριουδάκης, αλλά και ο Μίλτος Πασχαλίδης, που μετά τον πρώτο τους δίσκο, το 1991, ακολούθησε σόλο καριέρα.

23 χρόνια, 9 ακόμα δίσκους και πολλά μοναδικά τραγούδια αργότερα, έχουμε 2014, οι Χαΐνηδες κάνουν "μία παύση" και η μουσική τους απομένει (απ’ ό,τι φαίνεται) χωρίς τους δημιουργούς της, πάντα όμως ανεξίτηλη.

Με τον Δημήτρη Αποστολάκη να έχει γράψει τους στίχους και τη μουσική των περισσότερων τραγουδιών τους, οι Χαΐνηδες διαθέτουν μια καθαρά δική τους μουσική ταυτότητα, που προσδιορίζεται τόσο από τις επιρροές της από την παραδοσιακή Κρητική μουσική όσο και από μια υπέροχα μελαγχολική ατμόσφαιρα που σε ταξιδεύει.

Η νοσταλγία, η προσωπική ενδοσκόπηση, το δύσβατο, γεμάτο πόνο και καημούς μονοπάτι της ζωής και η άλλοτε βαθιά συναισθηματική, άλλοτε σχεδόν φιλοσοφική προσέγγιση διαχρονικών θεμάτων όπως η αγάπη, ο έρωτας, η ζωή, ο Θεός κ.α. αποτελούν θέματα που επανέρχονται συχνά στους στίχους τους. Είναι πραγματικά σπάνιο να συναντάς τέτοιο ανεξάντλητο βάθος προβληματισμού, συμβολισμών και συναισθημάτων σε τόσο μεγάλο αριθμό τραγουδιών.

Γι’ αυτό και οι Χαΐνηδες ανήκουν ίσως στους ελάχιστους Έλληνες καλλιτέχνες που κατορθώνουν στ’ αλήθεια να πλησιάσουν τόσο κοντά στην πιο αυθεντική και ολοκληρωμένη έννοια της Τέχνης. 


(Μέσα στα χρόνια, οι Χαΐνηδες έχουν συνεργαστεί με πολλούς τραγουδιστές, από τον Ψαραντώνη μέχρι τον Γιάννη Χαρούλη κι από τον Σωκράτη Μάλαμα μέχρι τον Αλκίνοο Ιωαννίδη)

Σκόπευα να φτιάξω ένα Top 5 προσωπικά αγαπημένων τραγουδιών του συγκροτήματος, όμως μάλλον θα αρκεστούμε μόνο σε 4, γιατί, ειλικρινά, στην 5η θέση γίνεται κανονική σφαγή. «Είχα μια αγάπη μια φορά», «Η τίγρης», «Το συρτό του ανέμου», «Οι δύο προφήτες», «Ο θάνατος του παληκαριού», «Τση γιαγιάς τα παραμύθια»«Εφτά ποτάμια»... Όλα διεκδικούν επάξια θέση στη 5άδα και εγώ βραχυκυκλώνω. Τα αγαπώ όλα.

TOP 4 (λοιπόν) Αγαπημένα τραγούδια:

 4. Ο παλιός σκοπός
«Πάν’ οι μήνες, πάν’ τα χρόνια και γεράσαμε
Δίχως όνειρα τη νιότη πώς περάσαμε;
Δε με νοιάζει στο σκοτίδι πως εμπήκαμε
Όσο πως το φως τση μέρας δε χαρήκαμε»
Μια γλυκόπικρη και απόλυτα νοσταλγική ματιά στα χρόνια που άφησες πίσω σου, στις εμπειρίες που δεν απέκτησες, στις αποφάσεις που δεν τόλμησες να πάρεις. Με τη συναισθηματική ειλικρίνεια του πρώτου δίσκου των Χαΐνηδων και την χαρακτηριστική ατμόσφαιρα των κομματιών που τραγουδάει ο Μίλτος Πασχαλίδης.

3. Συνταγές μαγειρικής
«Από μικρή της άρεσε μες την κουζίνα μόνη
Τις ώρες να σκοτώνει
Με τη μαγειρική
Και πέφτανε τα δάρκυα θυμώντας τη ζωή της
Και δίναν στο φαΐ της
Μια γεύση μαγική»
Ίσως κάποτε βρω τις λέξεις να περιγράψω τι ακριβώς αίσθηση προκαλεί αυτό το τραγούδι όταν το ακούς ξανά μετά από κάμποσο καιρό. Κάτι σαν ένα απίστευτο άγγιγμα νοσταλγίας από ένα πραγματικά μοναδικό μουσικό άκουσμα. Υπέροχο και εκπληκτικά τρυφερό.

2. Ο ακροβάτης
«Με τον καιρό να ‘ναι κόντρα
Έχει τιμή σαν πετάς
Να μένεις μόνος»
Αν με ρωτούσες ποιο είναι το αγαπημένο μου τραγούδι (και εκτός Χαΐνηδων) από πλευράς στίχων, θα σου έλεγα αυτό. Το θεωρώ απόλυτο στιχουργικό αριστούργημα. Εκπληκτικά ποιητικό μα και εντυπωισιακά δομημένο, με τρεις στροφές -σχεδόν σαν κινηματογραφικές πράξεις- όπου η τελευταία λειτουργεί ταυτόχρονα ως ανατροπή και επεξήγηση, κρατώντας υποδειγματικά όλη την καρδιά του τραγουδιού, και ολοκληρώνοντάς το με τον πιο σπαρακτικά συναισθηματικό τρόπο.

Ο ακροβάτης, το πληγωμένο ερημοπούλι και «εγώ».

(η εξίσου καλή διασκευή του τραγουδιού από τον Μίλτο Πασχαλίδη εδώ)

1. Το καπηλειό
«Πώς να δικάσω μια ζωή
Και να ‘ναι αστέρι το πρωί
Που τρεμοσβήνει;
Στο ερηπωμένο καπηλειό
Ένα μου όνειρο παλιό
Έχει ‘πομείνει»
(Ένα περίεργο πράγμα συμβαίνει με τον Μίλτο Πασχαλίδη. Προσωπικά, ποτέ δεν με είχε απασχολήσει ιδιαίτερα ως τραγουδιστής, ενώ η φωνή του δεν μου έκανε αίσθηση. Μέχρι που ανακάλυψα ότι αυτή η απίστευτα ατμοσφαιρική φωνή του «Καπηλειού», που σε βυθίζει μέσα στην αβάσταχτα μελαγχολική χροιά της, ανήκει σε αυτόν. Η ίδια φωνή τραγουδά και τον «Παλιό σκοπό» και τον «Θάνατο του παληκαριού» και της «Γιαγιάς τα παραμύθια» κι άλλα κομμάτια του πρώτου δίσκου των Χαΐνηδων. Η ίδια καταπληκτική φωνή. Πώς γίνεται λοιπόν στα δικά του, σόλο τραγούδια να... μην είναι αυτή; Ο Πασχαλίδης έφυγε από τους Χαΐνηδες και η φωνή του ποτέ δεν ξαναβρήκε την ίδια μαγευτική γοητεία, ούτε και το συγκρότημα απέκτησε ποτέ κάποιον εξίσου χαρισματικό τραγουδιστή, που θα μπορούσε να είχε μετατρέψει κι άλλα τραγούδια τους σε αριστουργήματα.)

Στο «Καπηλειό», η φωνή του Πασχαλίδη γίνεται ένα με την μουσική ενορχήστρωση και συμβάλλει εντυπωσιακά στην μελαγχολική ατμόσφαιρα. Ίσως να φταίει που ήταν το τραγούδι με το οποίο γνώρισα τους Χαΐνηδες, αλλά πλέον αποτελεί κάτι περισσότερο από ένα απολαυστικό άκουσμα για μένα. Πλέον αισθάνομαι ότι υπήρξα κι εγώ θαμώνας εκείνου του καπηλειού, πως έχω γνωρίσει από κοντά τον Βαρδή, τον Σταύρο και τον Μύρο και έχουμε τραγουδήσει όλοι μαζί μεθυσμένοι. Το «καπηλειό» έχει αποκτήσει μια προσωπική σημειολογία και μια δική του θέση στην καρδιά μου. Αυτή η συναισθηματική ειλικρίνεια της μουσικής των Χαΐνηδων παίρνει άλλη διάσταση εδώ. Αυτό δεν είναι τραγούδι, είναι συναισθήματα μεταμφιεσμένα σε μουσική.

-Ψηλέας Ψογκ

Υ.Γ.: Καθώς τίποτα δεν είναι σίγουρο, ελπίζουμε η "παύση" του συγκροτήματος να μην είναι οριστική και οι δύο συναυλίες που θα πραγματοποιηθούν στα τέλη Ιανουαρίου να μην είναι οι τελευταίες τους.

Υ.Γ.2: Το νόημα όλων των παραπάνω τραγουδιών, αλλά και ακόμα περισσότερων, αποτυπώνεται μέσα στο πρώτο -και πιο συναισθηματικό- μέρος του αφιερώματος, «Του καπηλειού τα παραμύθια».

13.1.15

δρόμος


Διανύω δρόμους.
Δρόμους όχι βουτηγμένους σε αναπνοές φύσης
και όχι σε αποβράσματα πράσινα.

Δρόμους που πνίγονται στην άσφαλτο
Η άσφαλτος νίκησε στον αγώνα.
Κι ας έπαιξε άτιμα.
Ήταν πιο δυνατή.
Η φύση όμως είναι πιο όμορφη.
Το ξέρετε.

Πινακίδες του STOP, πινακίδες που μου ορίζουν, που με αναγκάζουν να τρέχω με 60 και 70
κατακλύζουν τα μάτια μου σε σημείο όπου κι όταν τα μάτια μου κλείνω
βλέπω νούμερα, νόμους, λόγια.

Για να προστατέψουν το ανθρώπινο είδος, λένε.
Μάταια. Αυτό δε σώζεται με τίποτα.
Τι και αν τρέχω με 200;
Θα πεθάνω- λένε.
όμως δεν γνωρίζουν τον τρόπο.

Στα αυτιά τους όροι άγνωστοι.
Θα πεθάνω ΕΛΕΥΘΕΡΗ και θα ξέρω πως δεν ήμουν μια απ' αυτούς.
Τα στρατιωτάκια, τα πιόνια.
Ναι. Αυτό είναι.

-Μ.

11.1.15

"μαγκες.και.κουκλες"



*Προσωρινά οι εκπομπές έχουν σταματήσει.

Με μουσικές που δεν ακούγονται πολύ αλλά θα 'πρεπε να ακούγονται, με μουσικές που ακούγονται πολύ και καλά κάνουν και ακούγονται και σίγουρα χωρίς μουσικές που ακούγονται πολύ, αλλά δε θα 'πρεπε.

Με διάφορα θέματα, με σχόλια πάνω σε ότι γίνεται και με ενδιαφέρει, με κείμενα και ποιήματα.

Ιδανικά, η ραδιοφωνική μεταφορά μιας νύχτας σε τρένο, ενός γκράφιτι πάνω στο ίδιο τρένο, κάποιων στίχων στον τοίχο του κελιού, μιας αστικής λεωφόρου λίγο πριν ξημερώσει, ενός μικρού καφενείου στην άκρη της πλατείας.


Εκεί που ο Χόλντεν Κώλφηλντ συναντά τον Ιωνάθαν Λίβινγκστον.






Υ.Γ.: Οι ηχογραφημένες εκπομπές ανεβαίνουν εδώ. Οι playlist εδώ

-C. Lupus

8.1.15

δυο χρόνια μετά


--το κείμενο το είχα γράψει πριν 1.5 χρόνο περίπου και τώρα απλά έκανα μερικές μικρο-αλλαγές.


("Ιστορικό" info: Τέτοια ώρα, πριν 2 χρόνια ακριβώς, εκείνοι που σκόπευαν να ανακαταλάβουν τη Villa Amalias έκαναν τις τελευταίες τους "προετοιμασίες". Η Villa Amalias ήταν κατηλειμμένη από το 1990 μέχρι και τα μέσα-τέλη Δεκεμβρίου του 2012, όπου και έγινε εισβολή της αστυνομιας. Οι καταληψίες είχαν μπει στο άδειο και σχεδόν εγκαταλελειμμένο μέχρι τότε κτήριο, οργανώνοντας διάφορες ομάδες και εκδηλώσεις, ανακαινίζοντάς το, ενώ αρκετοί είχαν εγκατασταθεί εκεί μόνιμα. Τα ξημερώματα της Τετάρτης 9.1.2013, 20 μέρες περίπου μετά την εισβολή της αστυνομίας, 93 άτομα ανακατέλαβαν το κτήριο "ξεγλιστρώντας" από τους αστυνομικούς που το φυλούσαν, γνωρίζοντας πως προφανώς και θα συλληφθούν. Το Σάββατο 12.1 στην πορεία που είχε κανονιστεί ως αλληλεγγύη στους συλληφθέντες και τις καταλήψεις γενικότερα, συμμετείχαν πάνω από 10.000 άνθρωποι, οι οποίοι κατέληξαν έξω από τα δικαστήρια, την ώρα που αφήνονταν ελεύθεροι οι συλληφθέντες της Τετάρτης. Η φωτογραφία είναι μέσα από την κλούβα, λίγο μετά την σύλληψη, και είναι η καλύτερη φωτογραφία εδώ και καιρό.)


Το είχαμε αποφασίσει από το προηγούμενο απόγευμα.
Το βράδυ δεν κοιμήθηκα καθόλου.
Από τη μία ανυπομονούσα να έρθει το πρωί.
Από την άλλη σκεφτόμουν όλα όσα είχα ζήσει στη Villa.
Δεν μπορούσα να κοιμηθώ με τίποτα.
Κατά τις πέντε έφυγα και πήγα σπίτι της.
Θα πηγαίναμε μαζί το πρωί.
Άνοιξα με τα κλειδιά μου να μην την ξυπνήσω.
Ξάπλωσα δίπλα της.
την αγκάλιασα, τη φίλησα απαλά μην την ξυπνήσω αλλά και πάλι δεν μπορούσα να κοιμηθώ.
Θυμόμουν όσα είχαμε ζήσει στη Villa.
Εκεί τη γνώρισα.
Και το πρωί θα πηγαίναμε να την πάρουμε πίσω.
20 μέρες στα χέρια τους, δε γινόταν άλλο.
Το ήξερα ότι θα με έπιαναν.
Δε με πείραζε.
Ήταν 20 μέρες στα χέρια τους.
Δε γινόταν άλλο.
Δε σκεφτόμουν τη σύλληψη, την κράτηση, την ποινή.
Το μόνο που σκεφτόμουν, είναι αυτό που σκέφτηκα όταν με πιάσανε την πρώτη φορά.
Ότι κάποια στιγμή θα ξαναμπώ.
Αγνοώντας κάθε κόστος.
Κάποια στιγμή θα ξαναέμπαινα.
Και ξαναμπήκα.
Και ήταν και η A. μαζί μου.
Και άλλοι 91.
Θα υποτιμίσω τα συναισθήματά μου αν προσπαθήσω να τα γράψω στο χαρτί.
Τα συναισθήματά μου όταν πρωτοανοίξαμε την πόρτα.
Όταν ανεβήκαμε στην ταράτσα και ανοίξαμε το πανό.
Όταν έκανα την πρώτη μου βόλτα μετά από 20 μέρες στη Villa.
Και μετά μπήκαν αυτοί.
Το ξέραμε.
Το περιμέναμε.
Μας συνέλαβαν όλους.
Ποσώς μας ενδιέφερε.
Βγήκαμε έξω φωνάζοντας δυνατά και υψώνοντας τις γροθιές μας.
Το ένα μου χέρι κρατούσε το δικό της και το άλλο ήταν υψωμένο.
Νομίζω πως αυτή είναι η καλύτερη δυνατή χρήση των χεριών.
Στις κλούβες συνεχίζαμε να φωνάζουμε.
Και σιγά σιγά μαζεύτηκε κόσμος απ’ έξω.
Άρχισαν να φωνάζουν και αυτοί.
Φτάσαμε στη ΓΑΔΑ.
Μας χώρισαν άντρες από γυναίκες.
Μας χώρισαν.
Την ξαναείδα μετά από 3 μέρες στον ανακριτή.
Αυτή ήταν απέξω.
Την είχαν αφήσει ελεύθερη.
Εγώ τότε έμπαινα.
Πήγα να την αγκαλιάσω, αλλά με κράτησαν.
Μου χαμογέλασε.
Απ’ τα καλύτερα χαμόγελα που έχω δει.
Μπαίνω στον ανακριτή.
Μετά από λίγη ώρα, είμαι και εγώ ελεύθερος.
Ανοίγω την πόρτα των δικαστηρίων.
Αντικρίζω πολλές χιλιάδες κόσμου να τραντάζουν την περιοχή με τις φωνές τους.
Δακρύζω.
Την βλέπω λίγο πιο πέρα.
Ορμάω πάνω της.
Οι γλώσσες μας μπλέκονται.
Ξανακοιτάω στον κόσμο.
Είναι μέχρι όσο φτάνει το μάτι μου.
Δεν έχω ξανανιώσει έτσι.
Αρχίζω και εγώ να φωνάζω μαζί τους.
Την ξαναφιλάω.
Μένουμε εκεί για πολλές ώρες.
Μέχρι να απελευθερωθούν όλοι.
Αργά το βράδυ, γυρνάω σπίτι μου.
Προσπαθώ να συνειδητοποιήσω τα όσα είχα ζήσει.
Δεν μπορώ.
Πλημμυρίζω από συναισθήματα.
Χιλιάδες συναισθήματα.
Πάνω απ’ όλα όμως, ένα τεράστιο Σ’ ΑΓΑΠΩ.
Σ’ ΑΓΑΠΩ ελευθερία.
Σ’ ΑΓΑΠΩ A.
Σ’ ΑΓΑΠΩ σύντροφε.
Σ’ ΑΓΑΠΩ.
Είμαι πολύ κουρασμένος.
Ξαπλώνω και προσπαθώ να κοιμηθώ.
Μάταια.
Ξανασηκώνομαι.
Ανοίγω την τσάντα, παίρνω το μαύρο σπρέι, βγαίνω έξω και γεμίζω τους τοίχους:

ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΕΡΟ ΑΠ’ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΛΙΑ.

-Canis Lupus 

Για τέλος, τέσσερις φωτογραφίες από το '91, μέσα από την κατάληψη:






7.1.15

αλλαγές στο "σλίτζι"


Πριν 10 μέρες περίπου, πραγματοποιήθηκε το "1ο Συνέδριο μελών ΣΛΙΤΖΙ".
Οι αποφάσεις του αποτυπώνονται στην αρχική σελίδα του blog, μα περισσότερο στο "background" και στο τεχνικό-πρακτικό κομμάτι. 
Επίσης, υπάρχουν πολλές πιθανότητες,σχετικά σύντομα να έχουμε και νέα μέλη!

Το "σλιτζι" θέλοντας να υποστηρίξει, να εφαρμόσει και να προωθήσει τις ανοιχτές και διαφανείς διαδικασίες και την άμεση σχέση συντακτη-αναγνώστη, παρουσιάζει δημόσια τα πρακτικά του πρώτου του Συνεδρίου:


5.1.15

η πορτοκαλί χαραμάδα


Βγαίνω από το σπίτι για να κάνω μια σύντομη δουλειά στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου και στη συνέχεια να κάτσω στους υπολογιστές της γιατί ο δικός μου έχει χαλάσει. Έχει λιγότερο κρύο από τις προηγούμενες μέρες, τόσο ώστε να είναι περισσότερο αναζωογονητικό παρά ενοχλητικό. Είναι δύσκολο να πεις αν έχει αρχίσει να νυχτώνει ή απλώς έχει συννεφιά. Μάλλον λίγο κι απ’ τα δύο.

Είναι μια από εκείνες τις στιγμές που ο ο καιρός έχει δημιουργήσει έναν καμβά χρωμάτων και αισθήσεων που σου μεταδίδει μια βαθιά επιθυμία για ζωή. Την επιθυμία να αφεθείς σε αυτό το ακατάληπτο θαύμα των αισθήσεων που ίσως να είσαι ο μόνος που συνειδητοποιεί. Να αφεθείς στη θέα αυτού του αιωρούμενου πάνω απ’ το κεφάλι σου γαλάζιου, που μοιάζει, κατά κάποιον τρόπο, να σε «ρουφάει». Να σε «καλεί» αποπλανητικά.

Γάμα το, σιγά μην κάτσω μέσα με τέτοιο ουρανό. Τελειώνω γρήγορα τη σύντομη δουλειά μου στη βιβλιοθήκη και βγαίνω πάλι έξω.

Αν και δεν έχω συγκεκριμένο προορισμό, περπατάω θέτοντας μικρούς επί μέρους «στόχους», όπως να περάσω από μια γέφυρα που, ενώ είναι ορατή από παντού τριγύρω, δεν την έχω διασχίσει ποτέ, ή να φτάσω σε αυτήν την ψηλή οροφή που ξεπροβάλλει πάνω από όλες τις στέγες των σπιτιών και μοιάζει να ανήκει σε κάποια μεγάλη βικτωριανή εκκλησία.

Πέρασα και τη γέφυρα, έφτασα και στο κτήριο με την ψηλή οροφή, που μπορεί να μην ήταν εκκλησία, αλλά ήταν τόσο επιβλητικό όσο το φανταζόμουν. Τότε σκέφτηκα να γυρίσω πίσω. Εξάλλου είχε αρχίσει εμφανώς πια να σκοτεινιάζει και το σκούρο γαλάζιο του ουρανού ήταν αναμειγμένο με περισσότερο γκρι απ’ όσο μπορείς πράγματι να απολαύσεις.

Μα δεν μου πήγαινε καρδιά. Στο βάθος του ορίζοντα, μια πορτοκαλί ρωγμή εξακολουθούσε να αντιστέκεται θαρραλέα στην επικράτηση του άχαρου μπλε-γκρι. Δεν μπορούσα να μην εκτιμήσω την απεγνωσμένη προσπάθειά της να κρατηθεί για λίγο ακόμα εντός του οπτικού μου πεδίου.

Άλλωστε, όπως συνειδητοποίησα, όλοι οι επί μέρους στόχοι-προορισμοί της βόλτας μου δεν ήταν παρά αφορμές για να συνεχίσω να κοιτάζω αυτό το φυσικό κινηματογραφικό πλάνο που τόσο αγαπάω.

Βρέθηκα σε έναν μακρύ ίσιο δρόμο, που έμοιαζε να σε οδηγεί απευθείας στο κέντρο αυτής της φωτεινής σταγόνας που έσταξε στον σκουρόχρωμο καμβά. Άρχισα να τον περπατάω κατά μήκος, σχεδόν υπνωτισμένος από το πορτοκαλί φως, σαν να νόμιζα πως κάποια στιγμή θα το φτάσω. Σαν να ήταν ο επόμενος προορισμός της διαδρομής μου.

«Πίνεις αλκοόλ;» με ρώτησαν δύο παιδιά στο δρόμο και μου ζήτησαν να τους αγοράσω μία τετράδα αλκοολούχων ποτών, γιατί αυτοί ήταν μικροί και δεν θα τους επέτρεπαν να τα πάρουν. Μου έδωσαν λεφτά και μου υποσχέθηκαν ότι θα κρατήσω το ένα από τα τέσσερα μπουκάλια, κι εγώ το έκανα. Με ευχαρίστησαν και τους ευχαρίστησα και συνέχισα το δρόμο μου με ένα χαμόγελο στα χείλη τόσο γιατί είχα ένα δωρεάν ποτό, όσο και λόγω της ενδιαφέρουσας συναναστροφής.

Και τότε διαπίστωσα πως το μικρό πορτοκαλί κομμάτι ουρανού, που αψηφούσε τα σύννεφα και την σκοτεινιά της απέναντι πλευράς, δεν ήταν πια ορατό. Δεν ήταν πλέον παρά μόνο ένας υπαινιγμός του ορίζοντα. Μέσα από ένα στενό βγήκα στον αμέσως παρακάτω παράλληλο, όπου, κάπου πίσω από σπιτικές σκεπές και κλαδιά δέντρων, μπορούσες ακόμα να διακρίνεις ένα βαθιά πορτοκαλί χρώμα, σχεδόν κόκκινο πια, και μερικά αχνά ροζ σύννεφα να αντιστέκονται κι αυτά δειλά στην επικρατούσα μουντάδα.

Όποια κίνηση και να έκανα, ό,τι πορτοκαλί απέμενε κρυβόταν ακόμα περισσότερο πίσω από τα σπίτια και τα δέντρα. Σκέφτηκα πως ήταν καλύτερα να κρατήσω αυτήν την υπέροχη εικόνα για την επιστροφή, παρά να συνεχίσω μέχρι κάθε χρώμα να χαθεί εντελώς και να είναι το μουντό σκοτάδι που θα μου δώσει το σήμα να γυρίσω. Αποφάσισα πως έφτασε η στιγμή να κάνω μεταβολή. Είχε περάσει κι η ώρα άλλωστε και είχα ξεχάσει και το κινητό μου σπίτι. Επέστρεψα λοιπόν ευχαριστημένος και χαρούμενος που θα έπινα και το ποτό μου.

Δεν κατάφερα να φτάσω την πορτοκαλί χαραμάδα σήμερα. Θα ξαναπροσπαθήσω την επόμενη φορά.

-Ψηλέας Ψογκ

2.1.15

ο Λαέρτης με το λαούτο

Σ' ένα χωριό μίαν αυγή με βρήκε
Που ‘χει στο κέντρο του έναν καφενέ
Και κάποιος γέρος με θλιμμένα μάτια
Μιας ζήσης τραγουδάει τον αμανέ

Με το βουνίσιο αγέρι στα μαλλιά
Και τ’ ουρανού τον πλούτο
Δυο λέξεις είναι πάντα συντροφιά
Λαέρτης και λαούτο

Από τον καφενέ τις μελωδίες
Μέχρι τον παραδιπλανό γκρεμό
Τις σιγομουρμουράει το αγέρι
Και τα πουλιά σφυρίζουν το ρυθμό

Και λένε πως οι λύκοι ηρεμούν
Και τα πλατάνια γέρνουν
Ν’ ακούσουν κάθε που ο σκοπός ηχεί
Και οι πλαγιές τον φέρνουν

Οι νέοι πλέον το χωριό ξεχάσαν
Για πάντοτε τ’ αφήσαν οι παλιοί
Κάθε πρωί στον καφενέ φωτίζει
Τραπέζια αδειανά η ανατολή

Για όνειρα που έχουν ξεχαστεί
Κι αγάπες που τελειώσαν
Στα δέντρα ο Λαέρτης τραγουδά
Και οι συκιές βουρκώσαν

Μα ανθρώπου χέρι χρόνια ‘χει να κάτσει
Στον ώμο του γερο-τραγουδιστή
Και του λαούτου οι χορδές μονάχα
Θυμίζουν μακριών μαλλιών υφή

Και μια συννεφιασμένη χαραυγή
Για τον γκρεμό ετούτο
Άφησε ο Λαέρτης το χωριό
Κι έμεινε το λαούτο.

Τα μέρη εκείνα κάποτε διαβάτης
Αν τύχει και στο δρόμο του τα βρει
Πώς σιγοτραγουδάει το αγέρι
Με προσοχή εάν αφουγκραστεί

Κι αν δει εκεί που δείχνουν οι συκιές
Και το πλατάνι ετούτο
Μπορεί ν’ ακούσει το μοναχικό
Σκοπό απ’ το λαούτο.


-ψ.ψ.